Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Τρυγητής των σχολείων...

O Ιούνης ήταν ο Θεριστής, ο Ιούλης ο Αλωνάρης, ο Αύγουστος ο Συκολόγος και ο Σεπτέμβρης ο Τρυγητής. Και απ’ όταν οι κοινωνίες μας άρχισαν να μπαίνουν στον ρυθμό της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ο Σεπτέμβρης έγινε, αναντίρρητα, ο μήνας του σκολειού: της νέας χρονιάς, των σχολικών ειδών, του αγιασμού, των καινούργιων βιβλίων κ.ο.κ. Φέτος όμως έχουμε και άλλους –λιγότερους ρουτινιάρικους, μα και λιγότερους ευχάριστους– λόγους, να το λέμε: «διαθεσιμότητα» και μετατάξεις, καταργήσεις ειδικοτήτων στα τεχνικά λύκεια, νέος νόμος για το λύκειο, ολοήμερα σχολεία που καταργούνται, ΑΕΙ που αναστέλλουν τη λειτουργία τους και, βέβαια, η απεργία διαρκείας των καθηγητών από αύριο: ένα φάσμα καταιγιστικό, που κάνει, χωρίς καμιά αμφιβολία, τον Σεπτέμβρη που διανύουμε μήνα της παιδείας.
Ξεκινάω από τον νόμο για την «αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», που ψηφίστηκε την Τρίτη. Ας διακρίνουμε, σύμφωνα με όσα μάθαμε από την κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, τέσσερα πεδία στα οποία μπορούμε να τον αποτιμήσουμε. Πρώτον, όσα διακηρύσσει ότι προτίθεται να κάνει. Δεύτερον, εκείνα που πραγματικά κάνει, πέρα από τις εξαγγελίες. Τρίτον, αυτά που δεν κάνει, τα ζητήματα που αφήνει απέξω. Τέταρτον, η πραγματικότητα στην οποία θα εφαρμοστεί. Σημείο, το τελευταίο, ιδιαίτερα κρίσιμο: στον πρόσφατο νόμο για τα ναρκωτικά, λ.χ., το μείζον δεν ήταν οι αδυναμίες ή οι ελλείψεις του, αλλά ότι με τις δεδομένες συνθήκες (συρρίκνωση κονδυλίων, κατάρρευση των δομών ψυχικής υγείας και εν γένει των δομών πρόνοιας, συνωστισμός στις φυλακές) οι θετικές διατάξεις του θα μείνουν, πιθανότατα, γράμμα κενό.
Και στα τέσσερα πεδία, ο νόμος και η κυβέρνηση παίρνουν πολύ χαμηλό βαθμό. Θα εξηγήσω αμέσως το γιατί.
α) Η συνολική κατεύθυνση του νόμου. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ο νέος Μπουρντιέ, αλλά απλώς προσεκτικός αναγνώστης της αιτιολογικής έκθεσης, για να αντιληφθεί την απουσία οράματος και συνεκτικής κατεύθυνσης. Ετερόκλητες διατάξεις, πασπαλισμένες με τις γνωστές αβλαβείς γενικότητες («αρμονική ανάπτυξη της προσωπικότητας» των νέων, «ένα σχολείο φιλικό προς τον μαθητή και ευχάριστο» κλπ. κλπ.), αοριστολογίες («θα πρέπει, βέβαια, να τονισθεί, ότι θα ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα για τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες»), μαζί με κάμποσες αντιδραστικούρες — δεν ξέρω πώς αλλιώς να χαρακτηρίσω την απόφανση: «Δεν είναι παιδαγωγικώς και ηθικώς αποδεκτό να επιβραβεύεται στο σχολείο η οκνηρία» (προφανώς, εικονογραφείται εδώ η αντίληψη του «φιλικού» και «ευχάριστου» σχολείου, που αναφέρθηκε παραπάνω…).
β) Τα συγκεκριμένα μέτρα. Συνοψίζοντας με λίγες λέξεις το νομοθέτημα, θα λέγαμε: Εξετάσεις, Εξετάσεις, Εξετάσεις. Αυτή είναι η βασική του αντίληψη: περισσότερες εξετάσεις, αυστηρότερες εξετάσεις. Είναι απολύτως βέβαιο, με βάση όλη την προγενέστερη εμπειρία, ότι η αντίληψη αυτή οδηγεί σε αποστέωση του λυκείου, στην ενίσχυση των πάσης φύσεως φροντιστηρίων, σε απώλεια του όποιου αυτόνομου ρόλου του, στον ακόμα εντονότερο ετεροπροσδιορισμό και την πρόσδεσή του στις εισαγωγικές για τα ΑΕΙ — κι ας λέει η αιτιολογική έκθεση ότι θέλει να του «προσδώσει παιδευτική αυτονομία»!
γ) Τι δεν κάνει. Αρκεί μια ματιά στα μαθήματα για να αντιληφθούμε πόσο απουσιάζουν από το «νέο λύκειο» οι ανάγκες της κοινωνίας του 21ου αιώνα. Φυσικά, είναι μεγάλη και απαιτητική συζήτηση ποιες είναι αυτές οι ανάγκες, ποιος τις καθορίζει, ποιους εξυπηρετούν κ.ο.κ. Ωστόσο, με όποιο κριτήριο και αν τις καθορίσουμε, οι δύο ώρες ξένης γλώσσας, οι δύο (προαιρετικές) ώρες πληροφορικής και η μία ή δύο ώρες «ερευνητικής εργασίας», σε σύνολο 35 ωρών, απεικονίζουν μια αντίληψη μακριά από τις υπαρκτές πραγματικότητες: τόσο της ανοιχτής γνώσης και πληροφορίας (κατά τη γνώμη μου, και από τις ανάγκες της αγοράς), όσο και μιας κοινωνίας σε βαθιά κρίση.
δ) Η πραγματικότητα στην οποία θα λειτουργήσει αυτό το «αναδιαρθρωμένο λύκειο» είναι συντριπτική, σε δύο μέτωπα. Το πρώτο είναι τα σχολεία και οι εκπαιδευτικοί: με καθηγητές κακοπληρωμένους και συκοφαντημένους, με κενά στα σχολεία, με ισοπεδωμένα κονδύλια, ο κλοιός είναι ασφυκτικός. Θα σταθώ σε ένα μόνο σημείο: εν μια νυκτί, πάνω από 2.000 καθηγητές σε ΕΠΑΛ τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, καθώς καταργήθηκαν οι ειδικότητές τους, 46 συνολικά, (μηχανοτεχνίτες, βρεφονηπιοκόμοι, νοσηλευτές, κομμωτικής, ιατροί, γραφικών τεχνών κ.ά.). Η απόφαση, εκτός των άλλων (αυθαίρετη, ανάλγητη κλπ.) εκπαιδευτικά είναι σκανδαλώδης: οι 46 ειδικότητες δεν καταργήθηκαν με κανένα παιδαγωγικό κριτήριο, απλώς επειδή έπρεπε 2.000 άνθρωποι να καταργηθούν, και οι θέσεις τους και οι ίδιοι, σύμφωνα με τις τροϊκανές επιταγές (ταυτόχρονα, οι ειδικότητες αυτές, «μη απορροφήσιμες από την αγορά», κατά το Υπουργείο, προσφέρονται σεαντίστοιχα ιδιωτικά κέντρα…).
Το δεύτερο επίπεδο, συνολικότερο και συντριπτικότερο, είναι της κοινωνίας, μιας κοινωνίας σε κρίση οικονομική και βιοτική. Αν σε παλιότερες εποχές ο πολλαπλασιασμός και η σκλήρυνση των εξετάσεων σήμαινε, κυρίως, όσα είπαμε παραπάνω (απαξίωση του λυκείου, ενίσχυση των φροντιστηρίων) σήμερα θα σημάνει και κάτι ακόμα, πολύ σημαντικό: την αύξηση των μαθητών που εγκαταλείπουν το λύκειο. Το 1999, σε πολύ καλύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι καταιγιστικές αρσένειες εξετάσεις αύξησαν τη μαθητική διαρροή· σήμερα, που όλο το βιοτικό-κοινωνικό πλέγμα την ευνοεί ούτως ή άλλως, ο νόμος θα της δώσει γενναία ώθηση.
Η κυβέρνηση, αντί να αντιλαμβάνεται –έστω με τα δικά της αξιακά και ιδεολογικά μέτρα– την εκπαίδευση ως δυνατότητα και εργαλείο υπέρβασης της κρίσης, τη βυθίζει πιο βαθιά στην κρίση, τη χρησιμοποιεί για ευτελείς επικοινωνιακούς λόγους. Θυμίζω, απλώς, τις αποστροφές Σαμαρά, προς τον μητροπολίτη Άνθιμο, στη ΔΕΘ, εναντίον εκείνων «που προσπαθούσαν να ξαναγράψουν τη σχολική ιστορία μας με απίστευτες στρεβλώσεις» και τους «ενοχλεί η «θρησκευτική παράδοση της Ορθοδοξίας» — τα οποία τώρα «τελείωσαν» (βλ. Κωστής Παπαϊωάννου και Δημήτρης Χριστόπουλος, «Μια εκπαιδευτική τερατογένεση», Η εφημερίδα των συντακτών, 12.9.2013:).
Σταματάω εδώ, με ένα τελικό σχόλιο· αντιγράφω: «Δυστυχώς, την ιδέα της δημοκρατικής εκπαίδευσης που καταπολεμά τις κοινωνικές ανισότητες κάθε μορφής έχει αντικαταστήσει σταθερά και συστηματικά η ιδέα της αριστείας. Παρακολουθούμε την αναβίωση, από τα σκονισμένα ντουλάπια του 19ου αιώνα, της ξεπερασμένης ιδεολογίας του κοινωνικού δαρβινισμού, στην οποία προσχωρούν, πρόθυμα θύματα, οι γονείς ανυποψίαστων δωδεκάχρονων παιδιών, με συνεχή φροντιστήρια και όλο και πιο δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος. […] Σε αυτή τη “φυσική επιλογή” [με τον πολλαπλασιασμό των εξετάσεων και των αναγκαίων φροντιστηρίων] επιβιώνουν οι πλουσιότεροι και όχι οι “άριστοι”». Διαπίστωση που με τρομάζει, όχι μόνο λόγω της ευθυβολίας της, αλλά και επειδή δεν την άκουσα από εαακίτες ή καταληψίες, μαζί με το σύνθημα «Όχι παιδεία για λίγους κι εκλεκτούς, αγώνας ενάντια στους ταξικούς φραγμούς»· τα παραπάνω τα γράφει μια από τις εγκυρότερες ιστορικούς της ελληνικής εκπαίδευσης, που διακρίνεται μάλλον για τη νηφαλιότητα παρά την ακρότητά της, η Χριστίνα Κουλούρη («Η παιδεία σε καθεστώς “έκτακτης ανάγκης”», ηλεκτρονικό περιοδικό Χρόνος, τχ. 5:l).
***
Με όλα αυτά, και πολλά ακόμα κατά νου, δεν χρειάζεται να εξηγήσω γιατί υποστηρίζουμε ολόθερμα την απεργία των καθηγητών που ξεκινάει αύριο. Αν ο πρώτος λόγος είναι η υπεράσπιση αυτού καθαυτού του δικαιώματος της απεργίας (που καταπατήθηκε με την πολιτική επιστράτευση του καλοκαιριού) και ο δεύτερος είναι ότι οι καθηγητές έχουν όλα τα δίκια (για τα μισθολογικά, τη διαθεσιμότητα, τις αυθαίρετες μεταθέσεις, το σχολείο συνολικά) ο τρίτος, και πολύ σοβαρός, είναι ότι η απεργία τους –και εξ υποκειμένου και εξ αντικειμένου– αφορά την απαξίωση του δημόσιου σχολείου, την κατεδάφιση της δημόσιας παιδείας, τη συρρίκνωσή της ως κοινωνικό αγαθό. Και αυτό αφορά και τους καθηγητές και τους γονείς και τους μαθητές και πολλούς άλλους· τον κόσμο όλο.
Από το "Αλφαβητάρι με τον ήλιο", 1919
Από το “Αλφαβητάρι με τον ήλιο”, 1919

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων