Στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ όλοι ψηφίσαμε σε πλήρη σύμπνοια την εξής θέση: "Ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση θα επιχειρήσει τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους". Το ποταπό, απαίσιο, τρισκατάρατο χρέος θέλουμε να διαγραφεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του. Δεν είπαμε όμως πώς ακριβώς θα γίνει αυτό και ο διάβολος κρύβεται πάντα στις λεπτομέρειες.
Το φρικτό, απαίσιο κ.λπ. χρέος της Ελλάδας έχει δημιουργηθεί κατά 95% και πάνω με ομόλογα. Δηλαδή το κράτος εξέδιδε ομόλογα και τα έσοδα πήγανε στον προϋπολογισμό του. Το τι έκανε τα λεφτά το κράτος ήταν στην κρίση της κυβέρνησης. Άρα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ζητήσει ευθύνες από τους υπεύθυνους των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να υποστηρίξει νομικά καταχρηστικότητα του δανεισμού. Οποιαδήποτε Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου μπορεί να λειτουργήσει υποστηρικτικά υπέρ της ελληνικής θέσης για μείωση του αβάσταχτου χρέους, αλλά δεν μπορεί να επιβάλει καταχρηστική ρύθμιση ανά κάτοχο χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του, γιατί στην ελληνική περίπτωση τα ομόλογα πουλήθηκαν μέσω ελεύθερης αγοράς.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είναι προ των πυλών, το λένε μέχρι και οι κακοί κερδοσκόποι σαν τηβ J.P. Morgan. Το προβάδισμα αρχίζει να γίνεται τόσο προφανές, ώστε το παραδέχονται μέχρι και τα τροϊκανά εξαπτέρυγα... Έστω, λοιπόν, ότι ήρθε η ευλογημένη μέρα και ο ΣΥΡΙΖΑ γίνεται κυβέρνηση, οπότε σε αρμονία διακηρύξεων και πράξεων διατυπώνει το εξής: "Η ελληνική κυβέρνηση αποτρέποντας την ανθρωπιστική καταστροφή θα επιχειρήσει τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους". Ο λαός ξεσπάει σε αλαλαγμούς, χειροκροτήματα και ζητωκραυγές.
Σε ακραίο ενδεχόμενο οι δανειστές λένε ακραία πράγματα, όπως: "Δίκιο έχουν τα παιδιά, αρκετά τράβηξε η καημένη η Ελλάδα". Ή, αντίθετα, λένε "Να ψοφήσετε όλοι εκεί κάτω παλιοκουμμούνια" και μας αντιμετωπίζουν όπως τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Φυσιολογικά, η αντίδραση θα είναι κάτι ανάμεσα στα δύο.
Κάπου εδώ ας βάλουμε στην εικόνα και ένα σκανταλιάρικο ομόλογο που λήγει σε 15 μέρες. Το ομόλογο αυτό ή θα πληρωθεί ή δεν θα πληρωθεί. Το χρέος (ας μην αρχίσω πάλι τα επίθετα) εξυπηρετείται με τριγωνικό δανεισμό. Οι δανειστές δηλαδή μας δανείζουν για να πληρωθούν και το ύψος του χρέους συνεχώς αυξάνεται. Πληρώνουμε χρεολύσια με λεφτά των δανειστών αυξάνοντας το ύψος του χρέους. Αν δεν πληρώσουμε (στάση πληρωμών), δεν σημαίνει ότι μας περισσεύουν χρήματα για κοινωνική πολιτική από αυτήν την κίνηση. Αν δεν μας δανείσουν, δεν μπορούμε να πληρώσουμε έτσι κι αλλιώς.
Η κυβέρνηση σε σχέση με το άτακτο ομόλογο έχει μόνο δύο επιλογές: Είτε δανείζεται λεφτά από την τρόικα και πληρώνει, έχοντας έρθει σε κάποιου τύπου μερική η συνολική συμφωνία με τους δανειστές. Το χρέος μεγαλώνει, χωρίς να φεύγουν λεφτά από τον προϋπολογισμό. Δεν είμαστε σε καθεστώς στάσης πληρωμών και χρεοκοπίας, είμαστε σε διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Τελικά έχουμε αίτημα διαγραφής και διαπραγμάτευση.
Ή, αλλιώς, η κυβέρνηση αρνείται να δανειστεί λεφτά από την τρόικα για να πληρώσει το ομόλογο και δεν πληρώνει. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι μας έμειναν τα λεφτά, έτσι κι αλλιώς με δανεικά πληρώναμε. Είμαστε σε καθεστώς στάσης πληρωμών και στη συνέχεια συζητάμε αν, πώς και τι θα πληρώσουμε. Πρόκειται δηλαδή για ντε φάκτο διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους σε ρήξη με τους δανειστές, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Αυτές οι δύο εκδοχές είναι οι μόνες πραγματικές και εφαρμόσιμες -και εδώ είναι το ζουμί της συζήτησης- γύρω από το τρισκατάρατο, φρικαλέο κ.λπ. χρέος. Δεν θέλω να επιχειρηματολογήσω υπέρ της μίας ή της άλλης εκδοχής. Θέλω απλά να συμβάλω στο να έχουμε κατά νου όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται το πραγματικό επίδικο χωρίς περιστροφές.
Όσο πλησιάζουμε προς τη νίκη της Αριστεράς, χρειάζεται να λέμε στον λαό όλο και πιο ξεκάθαρα τι ακριβώς θα κάνουμε. Χωρίς να φοβόμαστε να δυσαρεστήσουμε και χωρίς να προτιμάμε αμφίσημες διατυπώσεις για να μην τσακωθούμε μεταξύ μας.
Γιατί η ειλικρίνεια είναι δύναμη και όχι αδυναμία.

* Ο Μακμάκ είναι ένα ασήμαντο ονειροπόλο γρανάζι του συστήματος που ακροβατεί ανάμεσα στον αντικαπιταλιστικό ρεαλισμό και τον ρεαλιστικό αντικαπιταλισμό