Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2013

350 εκατομμύρια, να τ’ αφήσω;

Το Ιστολόγιο του Ερυθρού Καγκουρώ...
pasok-afisa-9
Πρέπει να ήταν το πολύ μακρινό 1996. Άλλες εποχές, σαφώς και ασφαλώς.  Στο πλαίσιο των εργασιακών μας καθηκόντων είχαμε δουλέψει πέντε άνθρωποι ολόκληρο το καλοκαίρι για την εκπόνηση ενός κοινοτικού προγράμματος, αγροτικής ανάπτυξης. Για το νησί της Χίου βέβαια. Με κοινοτική χρηματοδότηση βέβαια. Με όρους και κανόνες, με προαπαιτούμενα, με αυστηρές οδηγίες στις οποίες προσαρμοστήκαμε. Μάλιστα ήταν «πρόγραμμα πολύμορφης ανάπτυξης αγροτικών περιοχών», πράγμα που σήμαινε ότι περιείχε προτάσεις και για παραγωγή, και για τουρισμό, και για πολιτισμό, και για ενίσχυση της τοπικής ταυτότητας. Με νοσταλγία θυμάμαι, κάτι μεσημέρια, μετά το ωράριο, σε γραφεία με αφόρητη ζέστη να γίνεται ανταλλαγή ιδεών, κουβέντες με παραγωγούς, με ενδιαφερόμενους επαγγελματίες, ακόμα και με τοπικούς καλλιτέχνες. Βόλτες στα χωριά και συζήτηση (ΟΚ υπήρχαν και τα τυχερά μεζέδες και κεράσματα).  Τέλος πάντων με ξενύχτια και απανωτές παρατάσεις, διότι ως γνωστόν είμεθα λαός των προθεσμιών και των deadlines (τι μακάβρια αγγλοσαξονική διατύπωση), καταφέραμε και το ολοκληρώσαμε. Ήταν ένας τόμος με κείμενα, φωτογραφίες, χάρτες πίνακες και τα σχετικά. Αν κάποιος έχει μνήμη, ας θυμηθεί παρακαλώ τι εσήμαινε το 1996 όλη αυτή η δουλειά με τα εργαλεία της πληροφορικής που είχαμε στη διάθεσή μας τότε. Πιστεύω ότι ήταν από τις καλύτερες δουλειές που είχαμε κάνει.
Να μην τα πολυλογώ. Η πρόταση υποβλήθηκε. Δεν είχε ισχυρή πολιτική στήριξη. Το νησί είναι και διεδρική (μία συν μία έδρες εξασφαλισμένες οπότε what the fuck τι μας νοιάζει έλεγαν τα στελέχη του δικομματισμού)  άστο να πάει. Απορρίφθηκε.  Όμως επειδή υπήρχαν τα λεγόμενα αναπορρόφητα κονδύλια, ένα χρόνο μετά, μας ξαναφώναξαν. Επαναξιολόγηση, λέει. Οι πολιτικοί προϊστάμενοι, καμιά όρεξη δεν είχαν να πάνε να διαπραγματευτούν, ίσως πλησίαζαν και εκλογές, είχαν άλλες ασχολίες. Ξαπόστειλαν εμάς, να κάνουμε αυτό που αποκαλείται «τεχνική διαπραγμάτευση». Ταξιδέψαμε στην πρωτεύουσα. Φτάσαμε την παραμονή αεροπορικώς. Μαζί μας κουβαλούσαμε κι έναν βαλιτσοειδή φάκελο με όλη τη χαρτούρα του προγράμματος. (USB ακόμα , ούτε καν CD ROM δεν υπήρχαν τότε, το διαδίκτυο ήταν ένα καλαμπούρι για λίγους ). Πριν φτάσουμε στο κατάλυμά μας, κάναμε μια στάση στην πλατεία Εξαρχείων για μια μπίρα. Η μία μπίρα έγινε πολλές στο τέλος κοντέψαμε να ξεχάσουμε το βαλιτσοειδή φάκελο κάτω από το τραπεζάκι, αλλά διεσώθη τελευταία στιγμή. (δεν μου περιποιεί τιμή ως τεχνοκράτη και αναπτυξιολόγο το τελευταίο, αλλά δε βαριέσαι, άλλοι έχουν κάνει χειρότερα…)
Αγρότες
Την άλλη μέρα στις 9 το πρωί, φτάσαμε στην ώρα μας στο Υπουργείο Γεωργίας (έτσι το έλεγαν), Αχαρνών 1. Μπήκαμε μέσα και μας έπιασε η ψυχή μας. Γκρίζο, τεράστιο, λαβυρινθώδες γραφειοκρατικό πολυώροφο μπούνκερ. Στριμωχτήκαμε στο κυλικείο, οι τρεις μας (τόσοι είχαμ εμείνει από την αρχική πεντάδα), κι ο βαλιτσοειδής φάκελος, να πιούμε έναν καφέ. Χάλια καφές και το κυλικείο αποτρόπαιο. Η σύσκεψη ήταν προγραμματισμένη για τις 10. Μετά από λίγο πήγαμε στο γραφείο του στελέχους του υπουργείου που ήταν επιφορτισμένο με την περίπτωσή μας. Ένα κελί με θέα στον εσωτερικό ακάλυπτο. Με ογκώδη ντοσιέ να είναι έτοιμα να επιπέσουν επί δικαίων και αδίκων από τα ασταθή ετοιμόρροπα ντέξιον τους (εκείνα τα γκρι με τις τρύπες). Με κάτι κιτρινισμένες από καπνό τσιγάρου αφίσες 20ετίας και βάλε. Σε μια στιγμή ο αρμόδιος με φωτεινό χαμόγελο μας ανήγγειλε: η σύσκεψη θα γίνει στον ΟΓΔΟΟ όροφο. Δεν πολυκαταλάβαμε.
Δεν ξέρω πως ακριβώς περιγράφεται η άνοδος από τα τελευταία επίπεδα της κόλασης, στον παράδεισο, πάντως όταν βγήκαμε από το ασανσέρ ήμασταν σε άλλο κόσμο. Φωτεινοί διάδρομοι, παχιά μοκέτα, μια αίθουσα με μοντέρνα λειτουργικά έπιπλα. Ευωδιαστός καφές φίλτρου στις καφετιέρες και τα σχετικά βουτήματα  σερβιρισμένα. Μπορεί να είχε και απαλή μουσική στον όροφο και ωραίες σερβιτόρες,  αλλά αυτό μάλλον το λέω εκ των υστέρων για να συμπληρώσω το σκηνικό. Στο ερωτηματικό μας βλέμμα, ο αρμόδιος αποκρίθηκε «είναι ο όροφος του Υπουργού» τότε καταλάβαμε.
AGRANAPTΚαθίσαμε στις περιστρεφόμενες πολυθρόνες, το τιμ του Υπουργείου κάθισε απέναντι και άρχισε η διαπραγμάτευση. Ήταν σκληρή και αντικειμενική, πρέπει να πω. Τα έψαξαν και τα ρώτησαν όλα. Αναλυτικά και με λεπτομέρειες. Τι είναι αυτό το τοπικό προϊόν, πόσοι παράγουν και τα σχετικά. Προς τιμήν τους οι άνθρωποι ήταν άψογοι στο ρόλο τους. Χωρίς φιοριτούρες και χωρίς κλεισίματα του ματιού. Πρέπει να πέρασαν κάπου τρεις, ώρες. Τότε έσκασε μύτη, ένα τυπάκι, ζελέ στο λιγοστό μαλλί, κουστουμάκι, σκούρο πουκάμισο, γραβάτα με λαχούρια. Μια μοδάτη αθλιότης. Συστήθηκε ως σύμβουλος του Υπουργού και πήρε θέση στο τραπέζι των συσκέψεων. Άκουσε την ανταλλαγή επιχειρημάτων για κανένα τέταρτο. Όλη την ώρα σημείωνε σε ένα μικρό μπλοκάκι. Μάλλον λογαριασμούς έκανε. Αφού τελείωσε, πήρε το λόγο (μάλλον αγενώς, απαντούσα σε μια ερώτηση για το χιώτικο μαντερίνι) και μας είπε με υφάκι: «Παιδιά να μην το κουράζουμε 350 εκατομμύρια είναι καλά;». Εννοούσε το συνολικό ύψος του προγράμματος για κάποια χρόνια, εθνική και κοινοτική συμμετοχή.  Τι αξιολόγηση ex ante και επαναξιολόγηση και δείκτες και κουραφέξαλα. Το τυπάκι, πήρε πράσινο φως από την υπουργάρα (όποιος θέλει ας ανατρέξει να βρει ποια υπουργάρα) κι ήρθε να ρίξει στα λιγούρια, 350 μύρια. Λες και μοίραζε τα λεφτά του παππού του. End of the story.
Από τότε όταν ακούω: διαπραγμάτευση, επιδοτήσεις, προγράμματα κλπ, και υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης μου έρχεται αυτή η μικρή διδακτική ιστορία στο μυαλό.


Η ιστορία χαρίζεται στους ωραίους ανθρώπους (τους φίλους και τη φίλη που με πολύ μεράκι και χαρά δουλέψαμε παρέα, κι ας έχουμε ψιλοχαθεί, πάντα αγαπιόμαστε).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων